Χορευτική φιγούρα, ιπτάμενη
με νεραϊδόσκονη κι αστροφεγγιά
λουσμένη!
Κι εμείς παλιόφιλε αιώνιοι θεατές
σ’ ένα θεατρικό μονόπρακτο, του παραλόγου!
Χάσαμε την παιδική μας άνοιξη
Σε πορείες, διαδηλώσεις, κρατητήρια.
Δωδεκάμετρο με πέντε ακόρντα όλα κι όλα
η ζωή μας! Και σιωπή. Τίποτε άλλο.
Τώρα κοιτάζουμε απορημένοι
τις άδειες μας χούφτες!
Τίποτα δεν κρατήσαμε για μας. Τίποτα.
Χορευτική φιγούρα, ιπτάμενη
με νεραϊδόσκονη κι αστροφεγγιά λουσμένη
αιωρείται ακόμα μπρος στα μάτια μας!
Αυτή η χαμένη μας αθωότητα,
χορεύει ακόμα στον εξώστη του μυαλού μας.
Ένας ανελέητος ήλιος,
μας τυφλώνει σε κάθε μας ξύπνημα.
Κουράγιο φίλε. Θα περάσει κι αυτό.
Άκου!
Στην είσοδο της πολυκατοικίας,
κάποιος γλίστρησε πάλι.
Αχ, η καθαρίστρια πάντα ξεχνάει
την πίκρα της στη σκάλα
όποτε φεύγει δακρυσμένη…
Τώρα καταλαβαίνεις φίλε μου
γιατί όταν γράφω ένα ποίημα
πάντα, ναι πάντα
με παίρνει το παράπονο στα χέρια του
και στις φτωχογειτονιές με σεργιανάει!
Εκεί όπου ο τυφλός επαίτης
κουνάει θλιμμένα το κεφάλι του
και χίλιες δύο πίκρες
πέφτουν μπροστά στα πόδια μου,
κάνοντάς με να κλαίω
για όσους πολύ αγάπησα
αλλά δε μπόρεσα ποτέ να βοηθήσω…
Θα φύγω φίλε μου, θα φύγω.
Δε μπορεί.
Κάπου θα υπάρχει μια πατρίδα και για μας!
με νεραϊδόσκονη κι αστροφεγγιά
λουσμένη!
Κι εμείς παλιόφιλε αιώνιοι θεατές
σ’ ένα θεατρικό μονόπρακτο, του παραλόγου!
Χάσαμε την παιδική μας άνοιξη
Σε πορείες, διαδηλώσεις, κρατητήρια.
Δωδεκάμετρο με πέντε ακόρντα όλα κι όλα
η ζωή μας! Και σιωπή. Τίποτε άλλο.
Τώρα κοιτάζουμε απορημένοι
τις άδειες μας χούφτες!
Τίποτα δεν κρατήσαμε για μας. Τίποτα.
Χορευτική φιγούρα, ιπτάμενη
με νεραϊδόσκονη κι αστροφεγγιά λουσμένη
αιωρείται ακόμα μπρος στα μάτια μας!
Αυτή η χαμένη μας αθωότητα,
χορεύει ακόμα στον εξώστη του μυαλού μας.
Ένας ανελέητος ήλιος,
μας τυφλώνει σε κάθε μας ξύπνημα.
Κουράγιο φίλε. Θα περάσει κι αυτό.
Άκου!
Στην είσοδο της πολυκατοικίας,
κάποιος γλίστρησε πάλι.
Αχ, η καθαρίστρια πάντα ξεχνάει
την πίκρα της στη σκάλα
όποτε φεύγει δακρυσμένη…
Τώρα καταλαβαίνεις φίλε μου
γιατί όταν γράφω ένα ποίημα
πάντα, ναι πάντα
με παίρνει το παράπονο στα χέρια του
και στις φτωχογειτονιές με σεργιανάει!
Εκεί όπου ο τυφλός επαίτης
κουνάει θλιμμένα το κεφάλι του
και χίλιες δύο πίκρες
πέφτουν μπροστά στα πόδια μου,
κάνοντάς με να κλαίω
για όσους πολύ αγάπησα
αλλά δε μπόρεσα ποτέ να βοηθήσω…
Θα φύγω φίλε μου, θα φύγω.
Δε μπορεί.
Κάπου θα υπάρχει μια πατρίδα και για μας!
by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Τετάρτη, 23 Φεβρουαρίου 2011 στις 11:54 μ.μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.