Πληροφορίες

Η φωτογραφία μου
Ο Γιάννης Νικολαΐδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, αποφοίτησε από το εξατάξιο γυμνάσιο της Ξάνθης και μετά την εφηβεία έζησε και εργάστηκε στην Αθήνα, όπου και σπούδασε τη Δραματική Τέχνη. Συμμετείχε σε πολλά θεατρικά έργα, σε πέντε τηλεοπτικές σειρές, μία κινηματογραφική ταινία και σε εικοσιπέντε βιντεοταινίες των 80'ς. Ευτύχησε να συνεργαστεί με πολλούς από την παλιά γενιά του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου όπως οι Θανάσης Βέγγος, Ρένα Βλαχοπούλου, Αλέκος Αλεξανδράκης, Σπύρος Καλογήρου, Γιάννης Μιχαλόπουλος, Γιώργος Μούτσιος, Ασπασία Παπαθανασίου κ.ά. Στίχους του ερμήνευσαν δημοφιλείς τραγουδιστές όπως οι Αντώνης Βαρδής, Νότης Σφακιανάκης, Θέμης Αδαμαντίδης κ.ά. Για τις στιχουργικές του συμμέτοχες τού έχουν απονεμηθεί έξι πλατινένιοι και οκτώ χρυσοί δίσκοι. Ταξίδεψε και γνώρισε, πολλούς τόπους και ανθρώπους εντός και εκτός συνόρων. Οι μεταφυσικές του αναζητήσεις τον οδήγησαν στην Αυτογνωσία ή Γνώση του εαυτού. Ζει στον κόσμο αυτόν, αλλά δεν είναι του κόσμου αυτού!

Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΕΝΥΔΡΟΥ ΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΤΡΙΣΘΕΝΟΥΣ ΣΙΔΗΡΟΥ (ΣΚΕΨΗ ΠΡΩΤΗ )


Ζούμε στην εποχή του ένυδρου οξειδίου
του τρισθενούς σιδήρου, μάτια μου.
Του μηδέν και του τίποτα.
Στην εποχή των τυχοθήρων, φως μου, ζούμε.
Κι εγώ ο σπονδοφόρος σταυροφόρος
παραμένω υληγενής λυχνιοφόρος...
Τρακταϊστής και σκεπτικός
στο ρείθρο της πατρίδας
κι έχω στα μάτια δάκρυα
και μια καρδούλα ευαίσθητη
μα πλέον φωτοφόρα!

Του παρελθόντος πειρατής και με γοργή γαλέρα
στο Μυρτώο πέλαγος, στο Ιόνιο, στο Αιγαίο
σκορπίζω άνθη λεμονιάς και δάκρυα Αγίων,
να γαληνεύω τα νερά σαν νέος υδροβάτης
και τις νυχτιές ν’ ακολουθώ
τ’ άστρο της τραμουντάνας!

Φορώ ενώτια μοναξιάς, αγάπης και τραυμάτων.
Μιλώ σπασμένα Ελληνικά
στη χώρα των θαυμάτων.
Βλέπω παιδιά των φαναριών,
της ιστορίας κλέφτες,
του μπαλκονιού πολιτικούς
κι από την κούνια ψεύτες!

Ζούμε σ’ αυτή την εποχή της χλαλοής
και της μεγάλης λειψυδρίας αισθημάτων.
Έχω στο σώμα εγκαύματα από ανθρώπων χάδια
και τριγυρνάω σαν το σκυλί το αδέσποτο
τα βράδια.
Δεν έχω πού να κρατηθώ, δεν ξέρω πού να πάω
Σ’ αυτή τη γκρίζα εποχή μιας γης
που αργοπεθαίνει.
Θύμα του τζόγου, της TV
της θλίψης και του πόνου,
των λαϊκών τραγουδιστών,
των βιτρινών, των φωτεινών επιγραφών,
της μοναξιάς και των κρετίνων...

Είμαι εγώ, όπως κι εσύ αγάπη μου, το θύμα
μα εγώ να φύγω θέλω, λεβέντης και περήφανος,
σαν λύκος που μεγάλωσε στην ερημιά του δάσους.
Χρυσόμορφος, χρυσόβρυτος
και πάντα χρυσοθώραξ.
Μπορεί να έγινα αμνός, μα τη σφαγή αρνούμαι!

Ζούμε, λοιπόν, στην εποχή της άμετρης βλακείας
των πλαστικών μας σκουπιδιών,
των πεταμένων φαγητών,
των νηστικών παιδιών, της παιδικής πορνείας,
του εμπορίου οργάνων,
των διαπλεκομένων συμφερόντων,
και της διαφθοράς!

Ζούμε, λοιπόν, στην εποχή του ένυδρου οξειδίου
του τρισθενούς σιδήρου,
των σκουριασμένων μας στιγμών,
της σκουριασμένης μας ζωής
της κουρασμένης μας ζωής,
της πεθαμένης!

Ζούμε;

by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Τετάρτη, 6 Απρίλιος 2011 στις 7:25 μ.μ.

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΕΝΥΔΡΟΥ ΟΞΕΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΤΡΙΣΘΕΝΟΥΣ ΣΙΔΗΡΟΥ (ΣΚΕΨΗ ΔΕΥΤΕΡΗ)


Ζούμε σε μια εποχή σκουριάς.
Φοράμε ενώτια μοναξιάς
και παραμένουμε ευθυτενείς κι αχτένιστοι.
Εμείς οι χωματόφτιαχτοι μαντατοφόροι.
Οι ταπεινοί και υπερήφανοι!
Χτυπούμε το ρόπτρο 
της μεγάλης πόρτας του Σύμπαντος
και ιριδίζουν υδροσάπφειροι 
στης αγωνίας μας την έμπνευση.
Σε μια εποχή σκουριάς 
ανιχνεύουμε λαμπρότητα μετάλλου!
Χαμόγελα, φιλιά και χειραψίες
των τυχοθήρων τα καλέσματα κι οι υποσχέσεις.
Κι εμείς να λέμε όχι και να αρνιόμαστε.
Με ανθοδέσμες λησμονιάς 
και φρούτα της συγχώρεσης,
την δακρυσμένη κίτρινη σελήνη να στολίζουμε!
Εμείς οι υαλοψοί της Γνώσης
ενώνουμε ύλη και αντιύλη,
μες στο καμίνι της εκλέπτυνσης.
Εμείς που ζούμε έτσι απλά κι αθόρυβα.
Τους σκυφομάντεις, μάγους, οιωνοσκόπους,
χαυνόπρωκτους χρυσοκλαβάριους 
των σκουπιδιών της μόδας
και τα σαρκόφρονα μοντέλα τους 
τ’ ακριβοπληρωμένα,
φωτόπληκτους στο παρελθόν αφήσαμε...
Και είναι ο ύλιος τόπος της αγάπης μας
ζωή και φως γεμάτος.
Και είναι οι μέρες μας
ευωδιαστές μαντατοφόρες.
Κρατούν ματσάκια δεντρολίβανου, λεβάντας, 
δυόσμου και βασιλικού.
Κι έχουν ακόμα ρίγανη, θυμάρι, χαμομήλι,
τσάι του βουνού, φασκόμηλο 
και μαντζουράνα στα μαλλιά τους!
Στην εποχή της ηχορύπανσης
εμείς βιώνουμε γαλήνη κι ησυχία.
Στις Λαιστρυγόνες και στους Κύκλωπες,
στη Σκύλα και στη Χάρυβδη, στην Κίρκη, 
στις Σειρήνες και στους Λωτοφάγους
κλείνουμε μάτια και αυτιά.
Δεν υπάρχει πια φόβος, πόνος, μοναξιά 
κι επιθυμία.
Μονάχα ελπίδα, προσμονή, κι υπομονή υπάρχει.
Στην εποχή του ένυδρου οξειδίου
του τρισθενούς σιδήρου
εμείς είμαστε ελεύθεροι και λαμπεροί!
Και τέλος πάντων ζούμε.
Και είναι δώρο εξ ουρανού αυτό.

by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Τετάρτη, 6 Απρίλιος 2011 στις 7:24 μ.μ.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

ΘΑ ΣΕ ΒΡΩ



'Εζησα  το πιο καυτό μου καλοκαίρι
κι όμως χιονίζει ακόμα μέσα μου
από τότε που έφυγες…
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω
τον  Λεβάντε απ’ τον Πουνέντε
τον Γρέγο απ’ τον Γαρμπή
τον Μαΐστρο απ’ τον Σορόκο,
μα θα σχίσω τα πέλαγα της απονιάς σου,
ένας ακόμα της αγάπης πειρατής που παλεύει
με μανιασμένα κύματα κι αρμύρα,
κόντρα στον άνεμο και στα στοιχειά της φύσης
και θα σε βρω, μ’ ακούς;
Θα ξεγελάσω όλους τους δράκους και τις μάγισσες
των παιδικών παραμυθιών
και σε βρω στις παρυφές του νεραϊδόκοσμου,
πιο πέρα κι απ’ το στοιχειωμένο δάσος των θλιμμένων ξωτικών…
Θα προσπεράσω την Υπερβορεία
και τον Αρκτικό  κύκλο της αιώνιας παγωνιάς σου,
εκεί στην άκρη του κόσμου, στα πέρατα των ουρανών
θα αγνοήσω τον θάνατο.
Σαν το φλεγόμενο βέλος του έρωτα
θα διασχίσω της νύχτας τη σιωπή
και  θα μπω βαθιά στην παγωμένη σου καρδιά!
Εκεί  στον τελευταίο σταθμό,
εκεί που δεν πηγαίνουνε τα τραίνα.
Κι εσύ θα ‘σαι ξυπόλυτη σαν ενοχή, δίχως γόβες,
χαμένη  στην ακινησία των άστρων,
γυμνή από προσχήματα και διάφανη
και θ’ ανεμίζουνε σε slow motion τα μαλλιά σου
και θα ‘ναι τ’ ωραίο πρόσωπό σου
πιο χλωμό κι από τον θάνατο ακόμα...
Ναι θα σε βρω
για ν’ αντικρύσω και πάλι τα φωτεινά σου μάτια
και το υπέροχο χαμόγελό σου…
Θα περιμένω
να μου δώσεις έστω μία εξήγηση
που καταστρέψαμε μια ολόκληρη ζωή
για ένα πείσμα σου,
ή να μου πεις το καινούριο σου ψέμα…
Ναι θα σε βρω
πιο πέρα απ’ την ανυπαρξία,
να σου ζητήσω συγγνώμη
γιατί σ’ αγάπησα παράφορα
κι ακόμα σε λατρεύω,
που θα σε ψάχνω ακόμα
και στην άλλη μου ζωή…

Ναι θα σε βρω! Να το θυμάσαι!
Θα σε βρω οπωσδήποτε
γιατί έτσι πρέπει να γίνει...
Θα σε βρω αγάπη μου!

Να ξέρεις
θα σε βρω!

by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Πέμπτη, 7 Απριλίου 2011 στις 6:24 μ.μ



Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ



Μην ανησυχείς.
Θα σου δώσω σήμερα ένα τόσο τρυφερό μήνυμα
που τα δάκρυα όλου του κόσμου θα στερέψουνε.


Μην ανησυχείς.
Αύριο όλα θα πάνε καλύτερα.
Θα σ’ αγαπάω ακόμα πιο πολύ και θα σε νοιάζομαι.
Μόνο να μην ανησυχείς.


Τα δάκρυα της χτεσινής σου θλίψης
θα βρούνε διέξοδο στο τρυφερό μου χάδι.
Θα γίνουν αστεράκια λαμπυρίζοντα στα μάγουλά σου.


Μην ανησυχείς.
Θα σου φέρω ολόλευκα τριαντάφυλλα,
από τον κήπο της καρδιάς μου,
που θα κρατούν ακόμα το αρχέγονο άρωμά τους.


Μην ανησυχείς.
Στον κόσμο των εκπλήξεων θα ταξιδέψουμε παρέα.
Κράτα το χέρι μου και μην ανησυχείς.
Θα είμαι πλάι σου να σε προσέχω
μέχρι να δυναμώσουν τα φτερά σου
και να πετάς μονάχη σου στο απέραντο γαλάζιο
των ουρανών της Γνώσης.
Και τότε δεν θα ξανακλάψεις πια!


Μόνο να μην ανησυχείς.
Εντάξει;


 by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Κυριακή, 21 Μαρτίουίου 2011 στις 12:39 π.μ.

Σάββατο 19 Μαρτίου 2011

ΣΤΑΣΟΥ, ΠΟΥ ΠΑΣ;


Ξέχασες φεύγοντας
μισάνοιχτη την πόρτα,
ήσουνα τόσο βιαστική και ανυπόμονη
να διαπράξεις το καινούριο σου το λάθος…


Κι εγώ σου φώναζα, πού πας;
Δεν έχω αγάπη άλλη!
Μα ήσουν τόσο βιαστική
αγαπημένη μου!...


Κλαίγαν μαζί μου οι ουρανοί
κι έσβησε το φεγγάρι…
Πήρες τις όμορφες στιγμές μας,
χάθηκαν τα καλοκαιριά,
λες και χειμώνιασε με μιας!


Στάσου πού πας;
Πώς θα αντέξω τόσο κρύο,
τόσο μεγάλη μοναξιά;
Δεν έχω αγάπη άλλη, αγάπη μου…
Δεν έχω!


Το σπίτι πια δε με χωρά
ούτε και η ζωή μου.
Η απουσία σου παντού
απλώνει τη σκιά της
και της μορφής σου η εικόνα
έρχεται από το πουθενά
σκύβει και με φιλάει στο στόμα!
Μοιάζει να μου χαμογελά. Τι κάνεις;


Στάσου, πού πας;
Δεν έχω αγάπη άλλη, αγάπη μου.
Έζησα τόσες καταιγίδες
μέσα σε μια βραδιά. Πού πας;
Έξω βρέχει, ακόμα βρέχει.
Έτσι συμβαίνει πάντα στους χωρισμούς…
Κι είναι μισάνοιχτη ακόμα η πόρτα
λες και προσμένει να φανείς!


Κάθομαι ακίνητος εκεί
στα σύνορα του πουθενά,
στην άκρη του πόνου.
Ματώνουν τα χέρια μου
καθώς σκαλίζω τα συντρίμμια της ζωής μου
για να βρω μια πρόχειρη λύση,
ή έστω λίγα ψίχουλα ελπίδας.


Στάσου! Πού πας; Σ’ αγαπάω!
Γράφω με αίμα στους τοίχους…


Σ’ αγαπάω, πού πας;


Τα δευτερόλεπτα έγιναν χρόνια
απ’ τη μεγάλη ερημιά.
Μου ‘κλεψες τις ζεστές μου εικόνες
Και είναι η νύχτα παγωμένη. Μ’ ακούς;


Σ’ αγαπάω, πού πας;
Είμαι στην άκρη του πόνου πιασμένος.
Πού πας;


Διέπραξες το πιο μεγάλο έγκλημα
κάνοντας μόνο ένα βήμα
κι εγώ βίωσα τον πιο μεγάλο θάνατο
μες στη μικρή ζωή μου…


Στάσου! Πού πας;

 by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Κυριακή, 17 Μαρτίουίου 2011 στις 12:39 π.μ.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

ΜΕΓΑΛΩΣΑΜΕ ΠΙΑ


 

Σκληρές στιγμές  μέχρι ν’ απογυμνωθούμε απ’ τα προσχήματα. 
 Πυροβολούμε τον καθρέφτη, κάθε πρωί,  στο ξύρισμα.  
 Δύο φορές μονάχοι. 
 Μεγαλώσαμε με φωτιά και σίδερο ανάμεσα σε ‘‘μη’’  κι ‘‘απαγορεύεται’’.   Κουρσέψαμε την άνοιξη, την κόψαμε κομμάτια και πληρώσαμε το τίμημα. 
 Σχολειό, εκκλησιά, στρατό και εργασία. 
 Μεγαλώσαμε πια. 
 Κοιταζόμαστε στα μάτια, να φιλιώσουμε την παγωνιά. 
 Το κρύο της ψυχής να εξαλείψουμε. 
 Όμως δεν είναι σαν και πρώτα. 
 Μας λείπει η αθωότητα κι η παιδική καρδιά. 
 Ανάμεσα σε τρικυμίες και ναυάγια παλέψαμε. 
 Μα τώρα μεγαλώσαμε πια. 
 Να βγήκαμε από λάθος κόλπο 
 ή να ‘γινε το λάθος στη Ληξιαρχική μας καταχώρηση; 
 'Η μήπως φταίει που μεγαλώσαμε πια; 

 *Γιάννης Νικολαΐδης*

Παρασκευή 25 Φεβρουαρίου 2011

ΗΘΟΠΟΙΟΣ

Περιπλανώμενος στον κόσμο του φωτός,
σαν θεατρίνος κάποιου πλανόδιου θιάσου.
Να παίζω, να μονολογώ,
στης μοναξιάς μου το αρχαίο σκηνικό.
Με δανικές ζωές να ζω
κι αυτό που θα ‘θελα να είμαι,
στη σκηνή να παρασταίνω!
Ν’ αλλάζω τραίνα και σταθμούς.
Ν’ αλλάζω τόπους, παραστάσεις και ανθρώπους.
Μες στην υπέροχη αβάσταχτη ζωή μου
τη σκυφτή,
να προσποιούμαι ότι είμαι αληθινός
και να μην είμαι.
Και μια ζωή να προσπαθώ περήφανη να ζήσω
χωρίς λεφτά για νοίκι και για φως…
Λιμάνια γνώρισα πολλά
στον κόσμο των θαυμάτων, μα τίποτα δεν είδα!
Γνώρισα χώρες και λαούς
και γλέντια και τραγούδια.
Ήπια και χόρεψα πολύ
στις νύχτες των ανθρώπων.
Μα ήμουν πάντα ντροπαλός,
διστακτικός κι αυθεντικός
και πάντα φωτοφόρος.
Κι άλλες φορές με τρόμαζε πολύ ο εαυτός μου…
Ήτανε ο άλλος μου εαυτός, της ευτυχίας κυνηγός,
που έψαχνε πάντοτε να βρει,
τη δόξα και το χρήμα.
Ταξίδεψα και πέρασα και γνώρισα και γέρασα
μα τίποτα δεν βρήκα!
Σαν θεατρίνος έζησα και γέλασα και έκλαψα
με δανικές στιγμές και ξένα λόγια…
Ήταν μια υπέροχη ζωή, της μοναξιάς ανταμοιβή,
που πέθαινε κάθε πρωί, σαν σβήνανε τα φώτα.
Του θεατρίνου η μοναξιά είναι μια άλλη μοναξιά,
μες στο μεγάλο πλήθος…
Μετράει στιγμές μες στις σιωπές
κι έχει στα μάτια του βροχές
από παλιές διαδρομές κι από ταξίδια.
Κι είναι μια υπέροχη ζωή
κι είναι, νομίζω, τυχεροί όσοι τη ζουν και ζούνε…
Περιπλανώμενος, λοιπόν, ήμουνα πάντοτε παρών
στον κόσμο των τραυμάτων.
Το ήθος πάντα να ποιώ, να ταξιδεύω, να γυρνώ,
περιπλανώμενου θιάσου ηθοποιός.
Τα φώτα σβήσανε, λοιπόν
κι είμαι για πάντα πια απών,
από την τέχνη των τεχνών.
Και είναι ετούτη η μοναξιά η πιο μεγάλη μοναξιά,
σ’ αυτού του κόσμου του σκληρού, τη ματαιότητα.
Του θεατρίνου η ζωή, μια σιωπηλή είναι κραυγή
που την καλύπτει ευγενικά το χειροκρότημα…

Μια υπαρκτή, μοναδική αναγκαιότητα…

by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Πέμπτη, 3 Φεβρουαρίου 2011 στις 8:33 μ.μ. 

Πέμπτη 24 Φεβρουαρίου 2011

ΕΣΥ…



Εσύ.
Σαν Βαβυλώνα νυσταγμένη
μέσα στη χαύνωση της σάρκας
και της απόλαυσης την έξαψη,
βουλιάζεις στ’ ονειρόδραμά μου.
Κρύβεις τη ‘‘γνώση’’ της διαφθοράς
μέσα στο βρώμικο μυαλό σου
και κουβαλάς τη νύχτα την αιώνια
και τ’ ανικανοποίητά σου πάθη.

Εσύ.
Των Σοδόμων και Γομόρρων
η απελπισμένη κληρονόμος.
Μεταφέρεις τρύπια άλλοθι
κι αβέβαια επιχειρήματα,
για σκονισμένα Ρωμαϊκά σοκάκια
γεμάτα λάγνες ηδονές,
κίναιδους και εταίρες.

Εσύ.
Η νέα Πομπηία των αισθήσεων.

Ντυμένη τα εφτά της Σαλώμης πέπλα,
αφιονισμένη με πρόστυχα γλυκόλογα,
ανάκλιντρα που τρίζουν
από το βάρος των κορμιών
και χάδια ιδρωμένα.
Εσύ.
Πιο κενή κι απ’ το απόλυτο κενό.
Πιο φονική κι απ’ το πανάρχαιο φονικό.

Εσύ.
Η τόσο άγνωστη κι αιώνια ανεξερεύνητη πτυχή
της Δημιουργίας.

Εσύ.
Η Μεσσαλίνα των αισθησιακών δονήσεων
και της σαγήνης η ακαθόριστη πλεκτάνη.

Εσύ.
 Η φλογερή Λουκρητία Βοργία
με την ιοβόλα σου αγάπη,
που στο βωμό της ηδονής
θυσίασες τα πάντα.

Εσύ.
Η τέρψη των αισθήσεων.

Εσύ αγάπη μου.

Εσύ.

by Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ on Δευτέρα, 7 Φεβρουαρίου 2011 στις 11:33 μ.μ.