Καμιά φορά κοιτάζω ξαπλωμένος
το ταβάνι
και συλλογιέμαι όλους εκείνους
που άδικα στο παρελθόν με κατηγόρησαν.
Η απουσία του βαπτιστή Ιωάννη
γίνεται τότε αισθητή,
σαν το αδιέξοδο των εφηβικών μας χρόνων!
Καμιά φορά κοιτάζω αφηρημένα το ταβάνι
κι όλα τα πρόσωπα που αγάπησα
τα βλέπω στριμωγμένα στη σειρά,
να περιμένουνε το τρόλεϊ για το σπίτι
ή τη χαρμόσυνη είδηση!
Καμιά φορά κοιτάζω ονειροπόλα το ταβάνι
κι όλοι οι αναξιοπαθούντες παρελαύνουν!
Ρακένδυτοι, ξυπόλητοι, σκελετωμένοι,
με λίγα ψιχουλάκια ελπίδας μες στις τσέπες,
κλεμμένα από τα περιστέρια του Συντάγματος!
Και κάπου - κάπου εμφανίζονται κάτι
ανθρωπόμορφα τέρατα.
Ποδοπατούνε, λέει, τους άστεγους, τους άνεργους
και τα όνειρά μας!
Και κάνω το σταυρό μου και προσεύχομαι.
Απελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, ψιθυρίζω.
Τότε εμφανίζεται ο προφήτης Ηλίας
πάνω στο τέθριππο της ανάληψής του!
Με χαιρετάει από ψηλά.
Λάμπει χρυσοφόρος και αγέρωχος
με ασημόσκονη αστεριών στα γένια,
στα μαλλιά του.
‘‘Μη ξεχνάς τον προορισμό σου’’
μου φωνάζει,
‘‘είσαι κι εσύ ένας ρομφαιοφόρος
πολεμιστής του φωτός!’’
Και παίρνω τα πάνω μου και καμαρώνω
κι ορκίζομαι ν’ αντισταθώ, ν’ αντέξω
την πεζή του κόσμου πραγματικότητα,
πάνω στων στίχων μου το χειρένθεον άρμα...
*Γιάννης Νικολαΐδης*
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.